Θεματική του έτους

Τι είναι η ψυχαναλυτική κλινική;

Αθήνα 2020 

Τι είναι η ψυχαναλυτική κλινική;1

«Αυτή έχει μια βάση», «είναι αυτό που λέει κανείς σε μια ανάλυση»2. Ο ελεύθερος συνειρμός, μοναδικός κανόνας της ίδιας της αναλυτικής διαδικασίας οδηγεί τον αναλύοντα μέσα στην μεταβίβαση, στο fort da που κατασκευάζεται στο ρυθμό των επαναλήψεων και διαφορετικών γύρων των συνεδριών του, σε μια απρόσμενη συνάντηση ως προς την σχέση του με την γλώσσα και το όριο που συναντά σ’ αυτήν. Όπως στο όνειρο, αυτή εκπλήσσει… προκαλώντας μια σαστιμάρα… γέλιο.

Ο Φρόιντ ήδη το 1890 θα πει, «οι λέξεις είναι το κατεξοχήν μέσον, το κύριο εργαλείο με το οποίο αντιμετωπίζουμε τις ψυχικές και σωματικές διαταραχές»3. Το ασυνείδητο εκδηλώνεται μέσα από τα μορφώματα του ασυνειδήτου, όπως το υλικό του ονείρου που εκδηλώνει μ’ έναν λανθάνον τρόπο, το αινιγματικό του ασυνειδήτου, ο ομφαλός του ονείρου… που αφήνει τα ίχνη του στο σώμα του ομιλόντος, τη στιγμή που ξυπνά! Το όνειρο υποδεικνύει τη διαφορά εκεί που κάτι παύει να συνδέεται με το νόημα στο ασυνείδητο και σημαίνει ως προς το κάτι που λείπει, τον τρόπο που υπάρχει εκεί μια άρνηση. 

Ο Λακάν μιλά για την πράξη του αναλυτή και την δέσμευση του όσον αφορά την επίπτωση του σημαίνοντος4 στο ίδιο το υποκείμενο ήδη από την εκκίνηση μιας ανάλυσης. Δέσμευση που διαπερνά την κυμαινόμενη προσοχή στην ακρόαση του μέσα στην μεταβίβαση, σημαίνοντας με την πράξη του εξ αρχής όποια ένδειξη επέλθει από τον ελεύθερο συνειρμό από μια μη – γνώση που είναι ήδη εκεί σε λήθη.

Να ασκούμε την κλινική [cliniquer]5 στην ψυχανάλυση παραπέμπει στην κλινική που ασκεί ο γιατρός όταν ακροάζεται το σώμα του ασθενούς δίπλα στην κλίνη, σε θέση ξαπλωτή, ιδιαίτερη για κάθε ομιλόν, όπως στον έρωτα, στην οποία, όταν βρίσκεται, εκστομίζει μεγάλες δηλώσεις και ένα λέγειν που «σημαίνει στο πραγματικό». 

Το ίδιο το ερωτηματικό [;] τι είναι η ψυχαναλυτική κλινική; έχει τον λόγο του εδώ, όσον αφορά τον τόπο απεύθυνσης του στους αναλυτές και μαθητές του, που θα συμμετάσχουν στο Κλινικό Τμήμα, για πρώτη φορά. Το τοποθετεί ως μια διάταξη ως προς την διδαχή στην οποία οι αναλυτές οφείλουν να έχουν ένα λέγειν που θέτει σε διερώτηση τους ίδιους ως προς την αναλυτική κλινική και το ασυνείδητο: κατά πόσον γνωρίζουν πώς διέρχονται στον καθένα και μέσω ποίας οδού τα λόγια, τα πρώτα ακούσματα που έχει για να φτιάξει ο καθένας το δικό του ασυνείδητο;

Δεν υπάρχουν μόνο οι διαφορετικοί τύποι συμπτώματος σε κάθε δομή… Από τη στιγμή που εμφανίσθηκε ο αναλυτικός λόγος, υπάρχει μόνο η ανάλυση του ιδιαίτερου… τα υποκείμενα ενός τύπου επομένως είναι χωρίς χρησιμότητα για τα άλλα του ιδίου τύπου6.

Το ερώτημα επικαιροποιείται σήμερα, με ποιόν τρόπο μπορούμε να μιλήσουμε για τις θεραπευτικές αρετές της ψυχανάλυσης, η οποία είναι μια θεραπευτική διαφορετική από τις άλλες; Πως σ’ αυτήν την κλινική του πραγματικού ως το αδύνατον να υπο φέρει κανείς, επενεργεί η επιθυμία του αναλυτή ως αυτή που στοχεύει στην διάκριση της «απόλυτης διαφοράς;» 

Πως η ίδια η κλινική του βορρόμειου κόμβου δίνει την δυνατότητα στον αναλυτή να διεργασθεί το διαφορετικό του κάθε ένα, μέσα στην μεταβίβαση, και κατά πόσον η πολλαπλότητα των αναγνώσεων που περνούν από τα τρία πεδία εκείνο του πραγματικού, του φαντασιακού και του συμβολικού δίνει μια προοπτική να φανερωθεί κάτι καινούργιο ώστε το «αυτό μιλάει» να περάσει σε μια νέα γραφή των λέξεων και σιωπηρών σημαινόντων, αδιαφανούς απόλαυσης που τις συνόδευε;

Τέλος πως μπορούμε να σκεφτούμε στην σημερινή εποχή το γεγονός ότι η ψυχανάλυση και ο λόγος της επιστήμης επενεργούν πάνω στον κοινωνικό ιστό σ’ ένα κοινό πεδίο, εκείνο των διαφορών. Ο λόγος της επιστήμης τις χειρίζεται μέσα από τις κατηγοριοποιήσεις και τους αριθμούς, τα πρωτόκολλα αντιμετώπισης.

Πως επομένως ο ψυχαναλυτικός λόγος μπορεί να συμβάλλει μέσα από την δική του συλλογιστική και παραγωγή, τι φτιάχνει την διαφορά μέσα από το πέρασμα από την ομιλία και τα λόγια, λαμβάνοντας υπόψη το ίδιο το ψηφίο και την κωδικοποίησή του; Να συμβάλλει σ’ αυτό που δίνει ανάσα, τόσο μέσα από την ίδια την ατομική αναλυτική αγωγή όσο και μέσα από τον διάλογο και την συνάντηση της ψυχανάλυσης με τους άλλους λόγους στον κοινωνικό δεσμό.

Μαργαρίτα Νικολαΐδου
Σεπτέμβριος 2021

  1. Είναι η πρώτη φράση που εκφέρει ο Ζακ Λακάν το 1976 στην «Ouverture à la section clinique » στην Vincennes. Ερώτημα που γίνεται η θεματική στην φετινή χρονιά 2021 -2022 των κλινικών κολεγίων και εκπαιδεύσεων της Σχολής των Φόρουμ του Λακανικού πεδίου. Ήδη το 1998, χρονιά της ίδρυσής τους, οι κύριες αρχές των ερωτημάτων που έθεσε σ’ αυτήν την ομιλία τοποθετήθηκαν στο επίκεντρο της έρευνας των αναλυτών όσον αφορά την ίδια τους την αναλυτική κλινική.
  2.  Idem
  3.  Sigmund Freud, « Traitement psychique » στο Résultats, idées, problèmes I, PUF, Παρίσι, 2007
  4.  Jacques Lacan, Le séminaire, livre XV, L’acte psychanalytique (1967-1968), ανέκδοτο, βλ. valas.fr
  5.  Jacques Lacan, « Ouverture à la section clinique » στο Ornicar ?, no 9, 1977
  6.  Jacques Lacan, «Introduction à l’édition allemande d’un premier volume des Ecrits» στο Autres Ecrits, Seuil, Παρίσι, 2001.

Επόμενο: Πρόγραμμα εκπαίδευσης